Skip to main content.

GREEK MUSIC THESAURUS

στάσις

στη μουσική, μια ακίνητη θέση της φωνής πάνω σ' ένα $φθόγγο*φθόγγος|. Βακχ. (Εισαγ. 45): "Στάσις εστίν ύπαρξις εμμελούς φθόγγου" (στάση είναι η ύπαρξη [η παρουσία] ενός μουσικού φθόγγου). Πρβ. $Αριστόξ*Αριστόξενος|, (Αρμον. Ι, 12, 2 Mb).

, στη μουσική, μια ακίνητη θέση της φωνής πάνω σ' ένα φθόγγο. Βακχ. (Εισαγ. 45): "Στάσις εστίν ύπαρξις εμμελούς φθόγγου" (στάση είναι η ύπαρξη [η παρουσία] ενός μουσικού φθόγγου). Πρβ. Αριστόξ, (Αρμον. Ι, 12, 2 Mb).





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Entry: